H Tina Brown δεν κάνει ποτέ αυτό που της λένε. "Είμαι έτσι από τη φύση μου, στο σχολείο διαρκώς αμφισβητούσα την αυθεντία". Η Brown δεν υπερασπίζεται την ανυπακοή, ωστόσο, μάλλον σε έναν βαθμό, η απειθαρχία πάει χέρι χέρι με τη φιλοδοξία. Μετά την αποφοίτησή της από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με σπουδές στην αγγλική φιλολογία, όπου η δουλειά της δημοσιευόταν στο φοιτητικό περιοδικό The Isis, σύντομα καθιερώθηκε ως ανεξάρτητη δημοσιογράφος για τους Sunday Times και τη Sunday Telegraph και ως αρθρογράφος στο περιοδικό Punch.
"Με ενοχλούσε ότι έπρεπε να περιμένω κάποιον άλλο να μου δώσει την άδεια να γράψω ένα άρθρο" παραδέχεται. Έτσι, στα 25 της και ήδη βραβευμένη, όταν την κάλεσε ο νέος ιδιοκτήτης του Tatler να αναλάβει επικεφαλής, εκείνη δε δίστασε. Για κάποιους η προοπτική να μετατρέψει ένα περιοδικό χαμηλού προϋπολογισμού σε αξιοσέβαστο έντυπο θα έμοιαζε βουνό, αλλά, όπως λέει η Brown, "ήξερα ακριβώς τι θα άλλαζα και ποιους θα προσλάμβανα. Ήμουν στο στοιχείο μου". Πέντε χρόνια αργότερα κατάφερε μια παρόμοια μεταμόρφωση στο Vanity Fair στη Νέα Υόρκη, εκτοξεύοντας τις πωλήσεις από τα 200.000 στο 1,2 εκατ. αντίτυπα.
Η ίδια πού αποδίδει αυτή την εξαιρετική της ικανότητα; "Έχω ξεκάθαρο όραμα για το τι θέλω, ξέρω να διακρίνω ένα ταλέντο και μπορώ να μεταδώσω τον ενθουσιασμό στους ανθρώπους για να δουλέψουν σε ένα project" εξηγεί και προσθέτει: "Καλλιεργώ πάντα στενές σχέσεις με δημιουργικά άτομα, ακούω τις ιδέες τους ή τους δίνω αυτές που τους αρέσουν". Το δίκτυο των ανθρώπων που την περιβάλλουν περιλαμβάνει τους Άνι Λίμποβιτς, Σάιμον Σάμα, Τζούλιαν Μπαρνς, Χέλμουτ Νιούτον, Μέριλ Στριπ και Χίλαρι Κλίντον, καθώς και τον εκλιπόντα Μάρτιν Έιμις, φίλο από τα φοιτητικά χρόνια, που πέθανε το 2023 και στην τελετή η Brown διάβασε τον επικήδειο. Η Brown, πάντως, δεν είναι μόνο το άθροισμα των συνεργατών της, είναι μια δυναμική διευθύντρια που λειτουργεί με "απόλυτη πεποίθηση". Ίσως βοηθάει το γεγονός ότι οι ευκαιρίες τη βρήκαν σε πολύ νεαρή ηλικία. "Όταν πρωτοπήγα στη Νέα Υόρκη, σκεφτόμουν ότι, αν όλα αποτύγχαναν, τουλάχιστον θα το είχα διασκεδάσει αφάνταστα" θυμάται. Την ίδια αισιόδοξη προσέγγιση είχε και όταν έγινε η πρώτη γυναίκα διευθύντρια του The New Yorker, το 1992, ανεβάζοντας κατά 145% τις πωλήσεις. Σε μια βιομηχανία που ιστορικά στελεχώνεται από γυναίκες, αλλά διοικείται από άνδρες αναπόφευκτα και η Brown αντιμετώπισε σεξισμό. Όπως λέει η ίδια, έφυγε από τον The New Yorker κυρίως λόγω ενός συγκεκριμένου άνδρα συναδέλφου, που υπήρξε ιδιαίτερα ανταγωνιστικός. Αυτό δε σημαίνει ότι είναι από τους ανθρώπους που παραγκωνίζεις με ευκολία. Όχι τυχαία, έχει κερδίσει το παρατσούκλι "Στάλιν με τακούνια", λόγω του ηγετικού της στυλ και της αποφασιστικότητάς της να επιβάλει νέους κανόνες στον εκδοτικό χώρο με κινήσεις όπως η απόλυση 72 ατόμων, που υποστηρίζει ως σήμερα. "Έπρεπε να πάρω σκληρές αποφάσεις και δεν αρέσει όταν τέτοιες αποφάσεις τις παίρνουν γυναίκες, σε αποκαλούν "ντίβα”. Δεν είμαι ντίβα, είμαι τελειομανής. Έχω υψηλά στάνταρ και, αν δεν μπορείς να τα ακολουθήσεις, θα σου ζητήσω να φύγεις. Αν όμως ανταποκριθείς, θα σε φροντίζω μέχρι τέλους".
Την Brown την εξοργίζει η γλώσσα που χρησιμοποιείται για τις γυναίκες σε ηγετικές θέσεις. "Ήταν τόσο διαφορετικός ο τρόπος που με χαρακτήριζαν σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους". Έχουν αλλάξει τα πράγματα για τις γυναίκες στα μέσα; "Έχουν γίνει μεγάλα βήματα" επιβεβαιώνει. "Υπάρχουν εξαιρετικές γυναίκες επικεφαλής και αίθουσες σύνταξης γεμάτες γυναίκες". Εντούτοις, παραμένουν οι στιγμές του καθημερινού σεξισμού, όπως το να σε διακόπτουν την ώρα που μιλάς στις συσκέψεις. "Θεωρώ ότι πρέπει με επιθετικό τρόπο να δηλώνεις πως αυτό δεν το δέχεσαι. Εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις. Όμως, η λύση που προτείνω ήταν επιτυχής για μένα". Μέρος, επίσης, της επιτυχίας της οφείλεται στην ετοιμότητά της σε σχέση με τις εξελίξεις στον χώρο, όπως με τα ψηφιακά μέσα ή σήμερα με την ΤΝ. Με εξαίρεση την απόφασή της να συνεργαστεί το 1998 με τον Χάρβεϊ Γουάινστιν ("ήμουν τρελή που δούλεψα μαζί του"), η Brown έχει με συνέπεια κάνει επαγγελματικές επιλογές που πάντα της έδιναν το προβάδισμα. Μεταξύ αυτών, είναι και η πλατφόρμα live δημοσιογραφίας Women of the World in 2010. "Η αλλαγή κρατάει ζωντανό το μυαλό, αλλιώς μπορεί να καταντήσεις απολίθωμα. Αν δεν υπάρχει αγορά γι’ αυτό που κάνεις, πρέπει να επανεφεύρεις τον εαυτό σου" τονίζει η ίδια.
Η Brown αντιμετωπίζει την επανεφεύρεση και ως τρόπο να διατηρήσεις ακμαίες τις αρχές σου. Φέτος εγκαινίασε το Truth Tellers Summit στη μνήμη του συζύγου της Harry Evans, πρώην αρχισυντάκτη των Sunday Times και πρωτοπόρου στην ερευνητική δημοσιογραφία, για να τιμήσει τους ρεπόρτερ, τους δημιουργούς ντοκιμαντέρ και άλλους που εργάζονται στον χώρο. "Είναι εξαιρετικοί δημοσιογράφοι, που κάνουν υπέροχα πράγματα και πρέπει να τους υποστηρίζουμε. Χωρίς αυτούς, η δημοκρατία θα ήταν σε κατάσταση χάους". Περιγράφοντας τον εαυτό της ως παθιασμένο με τον γραπτό λόγο, η ίδια πιστεύει ότι "αυτοί που λένε την αλήθεια μπορούν ακόμη να επικρατήσουν". Αποκαλεί το συνέδριό της "κραυγή επανάστασης" για τους δημοσιογράφους – επιτυχής χαρακτηρισμός για μια γυναίκα που έχει υπάρξει επαναστάτρια.
Από το τεύχος Νοεμβρίου του Harper's Bazaar που κυκλοφόρησε την Κυριακή 20 Οκτωβρίου.