H Audrey Hepburn έγινε σύμβολο του κινηματογράφου και της μόδας στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 ενώ παραμένει μέχρι και σήμερα σημείο αναφοράς για το στιλ της. Ήταν υποψήφια για πέντε Όσκαρ και κέρδισε το βραβείο καλύτερης ηθοποιού το 1953 για την ερμηνεία της στην ταινία Roman Holiday. Ωστόσο, ως έφηβη κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, έπαιξε έναν πολύ διαφορετικό ρόλο. Διοργάνωνε μυστικές παραστάσεις μπαλέτου για να συγκεντρώσει χρήματα για την ολλανδική αντίσταση στη ναζιστική κατοχή.

Η Hepburn γεννήθηκε στις Βρυξέλλες στις 4 Μαΐου 1929 από την Ολλανδή βαρόνη Ella van Heemstra και τον Βρετανοαυστριακό επιχειρηματία Joseph Hepburn-Ruston. Στο Λονδίνο όπου ζούσαν τα πρώτα χρόνια της ζωής της, οι γονείς της βρέθηκαν κοντά στον Oswald Mosley, ηγέτη της βίαιης αντισημιτικής Βρετανικής Ένωσης Φασιστών (BUF).
O Hepburn-Ruston εγκατέλειψε την οικογένεια όταν η κόρη του ήταν έξι ετών και αργότερα συνελήφθη ως "συνεργάτης ξένων φασιστών" και πέρασε τον πόλεμο σε βρετανικές φυλακές. Η Van Heemstra πήρε την κόρη της από το βρετανικό οικοτροφείο και μετακόμισαν σε ένα οικογενειακό κτήμα στην Ολλανδία. Η μικρή Audrey γράφτηκε σε μια σχολή χορού, με ένα όνομα που ακουγόταν πιο ολλανδικό, Adriaantje van Heemstra -αργότερα, όταν άρχισε να παίζει, άλλαξε το επώνυμό της σε Hepburn.
Η μητέρα της εξακολουθούσε να θαυμάζει τον Αδόλφο Χίτλερ και πίστευε ότι δεν θα εισέβαλε ποτέ στη χώρα "της". Εισέβαλε και κατέλαβε τις Κάτω Χώρες τον Μάιο του 1940. Ο θείος του Hepburn, ο κόμης Otto van Limburg Stirum, πήρε θέση ενάντια στους Ναζί. Συνελήφθη επειδή ήταν εξέχουσα αντιναζιστική προσωπικότητα και τελικά δολοφονήθηκε. Η Hepburn, που αγαπούσε τον θείο της ως υποκατάστατο πατέρα, ήταν συντετριμμένη.
Όταν η Hepburn έγινε 15 ετών, διατάχθηκε να ενταχθεί στη ναζιστική Kulturkammer, την ένωση καλλιτεχνών, ή να εγκαταλείψει τη δημόσια εκτέλεση χορού. Επέλεξε να εγκαταλείψει τις παραστάσεις.

Ωστόσο, δεν τις σταμάτησε εντελώς. Η Hepburn χόρευε σε ένα ασφαλές σπίτι με κλειστά ρολά και μόνο ένα κερί για φως, ώστε να μην την ανακαλύψουν. Ένα πιάνο έπαιζε πολύ σιγά όσο εμφανιζόταν -αλλά δεν μπορούσε να υπάρξει χειροκρότημα. Στο τέλος της παράστασης συγκεντρώνονταν χρήματα για την αντίσταση.
Η μετάβαση από μπαλαρίνα σε κατάσκοπο
Την άνοιξη του 1944, η Hepburn προσφέρθηκε εθελοντικά ως βοηθός ενός γιατρού ο οποίος ήταν μέλος της αντίστασης. Αν και η μητέρα της θεωρούνταν ευρέως συνεργάτης των Ναζί, ο Hendrik Visser 't Hooft χρειαζόταν απεγνωσμένα βοήθεια για να υποστηρίξει χιλιάδες ανθρώπους που κρύβονταν από τους Ναζί. Την εμπιστευόταν αρκετά ώστε να τη πάρει μαζί του.
Όταν οι συμμαχικοί αεροπόροι που κατευθύνονταν προς τη Γερμανία έπρεπε να κάνουν αναγκαστική προσγείωση στις Κάτω Χώρες, ο Visser 't Hooft έστειλε την Hepburn στο δάσος για να συναντήσει έναν Βρετανό αλεξιπτωτιστή με κωδικοποιημένες λέξεις και ένα μυστικό μήνυμα κρυμμένο στην κάλτσα της. Έφτασε στη συνάντηση, αλλά καθώς έβγαινε από το δάσος, είδε την ολλανδική αστυνομία να την πλησιάζει. Έσκυψε να μαζέψει αγριολούλουδα και στη συνέχεια τα παρουσίασε φλερτάροντας στους αστυνομικούς. Εκείνοι γοητεύτηκαν και δεν την ανέκριναν περαιτέρω. Μετά από αυτό, μετέφερε συχνά μηνύματα για την αντίσταση.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος, κέρδισε μια υποτροφία για το μπαλέτο Rambert στο Λονδίνο. Παρόλο που ήταν ταλαντούχα, η σύστασή της είχε υποστεί μόνιμη βλάβη από τον υποσιτισμό και δεν είχε την αντοχή να γίνει μπαλαρίνα. Αντ' αυτού, στράφηκε στην υποκριτική, με μικρούς ρόλους στο θέατρο West End και σε ταινίες.

Η ζωή της Hepburn κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εξιστορείται στο βιβλίο Dutch Girl που έγραψε ο μικρότερος γιος της, Robert Matzen.