Έχει αυτή τη διάφανη, λεπτεπίλεπτη, κάποιοι θα νόμιζαν εύθραυστη, ομορφιά που ακαριαία την κατατάσσει εικονογραφικά στην πινακοθήκη του καλού, του ενάρετου, του αγγελικού. Θα μπορούσε εύκολα να υποθέσει κανείς ότι στην καριέρα της η Ευγενία Δημητροπούλου θα περπατούσε πάνω σε χαλί ρόλων γυναικών ποθητών αλλά και αδικημένων, γεμάτων ιδανικά και αρχές μέσα σε έναν κόσμο τοξικό. Οι σκηνοθέτες –μερικοί από τους κορυφαίους της χώρας– δεν ξεγελάστηκαν. Ή μάλλον ιντριγκαρίστηκαν από αυτή την εικόνα σε συνδυασμό με τη δύναμη, την πειθαρχία, το ταλέντο της Ευγενίας και της έδωσαν ρόλους γυναικών που βρίσκονταν στο άλλο άκρο. Γυναίκες αράχνες και δολοφόνους τής επιφύλαξε ο Πάνος Κοκκινόπουλος για τον "Κόκκινο Κύκλο", τη νεόκοπη ιερόδουλη Μυρσίνη τής έδωσε ο Κωνσταντίνος Ρήγος για τα "Κόκκινα Φανάρια" που ανέβασε στο Εθνικό Θέατρο.
Τώρα πρωταγωνιστεί στη σαρωτική θεατρική επιτυχία "Μάρτυρας Κατηγορίας" στο θέατρο Άνεσις, στο γνωστό δικαστικό θρίλερ της Αγκάθα Κρίστι, το οποίο θα συνεχιστεί και την επόμενη σεζόν. Της λέω ότι, τηρουμένων των αναλογιών, μου θυμίζει την περίπτωση της Ιζαμπέλ Ατζανί, αυτή την καθηλωτική αγγελική ομορφιά που ανέσυρε από μέσα της απύθμενα σκότη και δραματικές εντάσεις, μοναδικές. Γελάει όταν της το λέω. "Όλοι οι άνθρωποι έχουμε πολλές πλευρές. Αυτό που εγώ θέλω να κάνω μέσα από τη δουλειά μου είναι να πω διαφορετικές ιστορίες διαφορετικών ανθρώπων. Χαίρομαι πολύ όταν μου δίνονται τέτοιοι ρόλοι. Δε σας κρύβω ότι έχω προσπαθήσει κι εγώ, τους διεκδίκησα κατά καιρούς. Μου αρέσει να κάνω κάτι διαφορετικό από αυτό που είμαι, να ψάχνω την αιτιολογία κάθε πράξης. Δεν αντιμετώπισα ποτέ ως κακιά κάποια από αυτές τις γυναίκες που έχω ερμηνεύσει, πάντα προσπαθώ να σκεφτώ τον χαρακτήρα της, να τον αναλύσω και να διαπιστώσω γιατί έκανε αυτές τις πράξεις. Ακόμα και αν ο αξιακός μου κώδικας είναι εντελώς διαφορετικός από τον δικό τους" εξηγεί η Ευγενία Δημητροπούλου.
Διαφορετικός. Να μια λέξη που σε αυτή τη συζήτηση με τη γνωστή ηθοποιό την άκουσα πολλές φορές να λέει. Δεινή παρατηρήτρια, ήδη από παιδί, αναζητά στοιχεία, ιστορίες, χαρακτηριστικά στους άλλους ως εφόδια και εργαλεία για την τέχνη της. "Είμαστε όλοι διαφορετικοί. Προτιμώ να λέω ότι είμαστε όλοι μοναδικοί" λέει. "Εγώ, για παράδειγμα, μεγάλωσα στην επαρχία, στη Λαμία –έζησα κάποια χρόνια και στον Πύργο Ηλείας–, άρα αυτό με διαφοροποιεί από πολλούς. Σπούδασα στη Νομική των Αθηνών και μπήκα στον χώρο του θεάτρου, που είναι διαφορετικός, όμως χρησιμοποίησα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που απέκτησα στη σχολή μου και δεν είχαν άλλοι συνάδελφοι. Όλα αυτά σε απελευθερώνουν, σε πάνε σε αχαρτογράφητα νερά. Είναι πολύ γοητευτική αυτή η διαδικασία".
Ήταν πάντα πειθαρχημένη, διάβαζε, αναζητούσε νέες γνώσεις. Ήταν η απουσιόλογος, το παιδί που έβλεπε όλες τις εκθέσεις στη Δημοτική Πινακοθήκη. Οι γονείς της ήταν φιλόλογοι και την οδήγησαν σε αυτό το γοητευτικό ταξίδι της γνώσης και της τέχνης. "Πρώτη φορά πήγα στην Επίδαυρο όταν ήμουν δυόμισι ετών. Νομίζω ήταν Αντιγόνη, θυμάμαι αμυδρά. Στη διαδρομή οι γονείς μας μιλούσαν για τις παραστάσεις που επρόκειτο να δούμε, μας έλεγαν την ιστορία σαν παραμύθι. Παρακολουθούσαμε ήσυχα, γέρναμε πάνω τους. Στο σχολείο έπαιζα στη θεατρική ομάδα και θυμάμαι ότι κάθε φορά ένιωθα ελευθερία. Ευτυχία. Συγκεντρώνοντας βαθμολογία ρεκόρ, μπήκε στη Νομική Σχολή Αθηνών. "Με ενδιέφερε η επιστήμη, υπήρχε η επαγγελματική ανασφάλεια, αλλά και ήθελα να είμαι στην Αθήνα για να μπορώ να δω ό,τι επιθυμώ στο θέατρο". Γραμμική πορεία με πειθαρχία στρατιώτη. Μπήκε φυσικά στη θεατρική ομάδα του πανεπιστημίου και εκεί ήρθε η πρόταση για την πρώτη της δουλειά, που δεν ήταν μια απλή περίπτωση.
"Τα πρώτα μου χρήματα ως ηθοποιός τα έβγαλα ως φοιτήτρια συμμετέχοντας στην ταινία "Nύφες” του Παντελή Βούλγαρη" λέει. Μια ταινία πολυβραβευμένη, θρυλική του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Την εντόπισε η casting director της ταινίας, όταν πήγε να παρακολουθήσει πρόβα της πανεπιστημιακής θεατρικής ομάδας. "Θυμάμαι ότι έπρεπε να είμαι στις εξίμισι το πρωί στο Ίλιον, έπαιρνα τρένο και δύο λεωφορεία. Αισθανόμουν τόσο ευτυχισμένη! Κάποια στιγμή χρειάστηκε να δώσει ένα μάθημα στη Νομική, αλλά την ίδια μέρα τη χρειάζονταν στο γύρισμα. Δεν πήγε στη σχολή. Όταν έκπληκτος την είδε ο Βούλγαρης στο γύρισμα, της είπε: "Εσύ εδώ ανήκεις".
Ο πρώτος της τηλεοπτικός ρόλος ήταν στα "Κρυφά Μονοπάτια", ακολούθησαν σπουδαίες σειρές, μεταξύ άλλων το "Νησί", ο "Γλυκάνισος", ο "Ήλιος", η συμμετοχή της στη διεθνή χολιγουντιανή ταινία "Τα δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου" και δεκάδες θεατρικοί ρόλοι. Ήξερε πού ανήκει από την πρώτη στιγμή. Όμως, το πείσμα της δεν την άφησε να εγκαταλείψει τη Νομική. "Την τελείωσα τη σχολή, με πάρα, πάρα, πάρα πολύ διάβασμα, γιατί, ενώ είχα περάσει τα περισσότερα μαθήματα, είχε γίνει και η αναθεώρηση του Συντάγματος. Θυμάμαι, όταν έδινα εξετάσεις, είχα ήδη κάνει το "Νησί” και με αναγνώριζαν στα έδρανα". Το βράδυ έπαιζε στο Εθνικό, στην "Πρόβα νυφικού". Τη ρωτάω πού βρίσκεται το πτυχίο της Νομικής. "Το πτυχίο το έχουν οι γονείς μου" λέει και γελάμε καθώς σκεφτόμαστε πόσο χαρακτηριστικό της ελληνικής οικογένειας είναι αυτό. Τα πτυχία κάπου βρίσκονται ακόμη καδραρισμένα στο πατρικό σπίτι.
Μια μακρά επίμονη διαδικασία μάθησης, που δεν τελειώνει για την Ευγενία Δημητροπούλου. "Νιώθω ακόμη μαθήτρια" παραδέχεται. "Εξελίσσομαι συνεχώς μέσα από τις συνεργασίες μου. Όλα συνθέτουν ένα ψηφιδωτό που μου φέρνει νέες γνώσεις και εμπειρίες. Αν και έχω πάντα άγχος στις πρώτες πρόβες, ξέρω ότι πάντα κάτι νέο θα διδαχθώ. Κάτι θα με πάει παραπέρα".
Αυτή την εποχή απέχει από την τηλεόραση, αλλά δεν την απαξιώνει. Κάθε άλλο. "Ως παιδί της επαρχίας, ξέρω τι σημαίνει να σου κρατάει συντροφιά η τηλεόραση. Είναι τεράστια η ευθύνη όσων κάνουν τηλεόραση. Υπάρχει η δύναμη του να μπαίνεις στο σπίτι ενός ανθρώπου που δε θα ερχόταν να σε δει στο θέατρο, ενός άρρωστου που του κάνεις παρέα τη στιγμή του πόνου, μιας μητέρας που μεγαλώνει ένα βρέφος, μιας γιαγιάς που δεν μπορεί να μετακινηθεί. Ναι, αυτό είναι τεράστια ευθύνη. Χρέος μας όσων δουλεύουμε γι’ αυτό το μέσο είναι να κάνουμε παρέα με διαφορετικό κόσμο".
Πριν από λίγα χρόνια πήρε την απόφαση να υιοθετήσει ένα παιδί επιλέγοντας να μη γίνει αναγκαστικά βιολογική μητέρα. Μια θαυμαστή, απολύτως συνειδητή απόφαση. "Πάντα το ήθελα αυτό. Mεγάλωσα με μια μαμά που έλεγε ότι, όταν μεγαλώσουμε εμείς και βγει αυτή σε σύνταξη, θα πήγαινε στην έρημο να διδάξει γράμματα στα παιδιά των Βεδουίνων" εξηγεί η Ευγενία Δημητροπούλου. "Η μητέρα μου έλεγε ότι έχει τρία παιδιά στο σπίτι και τριάντα στην τάξη. Εκείνη την εποχή, που δεν υπήρχαν ακόμη τόσα δεδομένα στη ζωή και στα σχολεία ψυχοθεραπευτές και λογοθεραπευτές, τη δουλειά την έκανε ο φιλόλογος, που έσκυβε πάνω από τα παιδιά που είχαν ανάγκη συζητούσε με τους γονείς τους. Τέτοιοι καθηγητές ήταν οι γονείς μου. Μου φαινόταν πολύ φυσικό".
Μαζί με τον σύζυγό της υιοθέτησε την περίπου τεσσάρων ετών σήμερα Εύα από τη Σιέρα Λεόνε. "Δεν είχα ανάγκη να με δω μέσα από αυτό το παιδί, να έχουμε κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά". Η δεδομένη ταλαιπωρία της υιοθεσίας δεν την αποθάρρυνε. "Είχα ψυχικά αποθέματα που μου έδιναν ώθηση και δύναμη. Από την αρχή έλεγα: "Καλύτερα να περάσω εγώ τα δύσκολα παρά το παιδί. Δε θέλω να εγγράψει πάνω του αυτή η ταλαιπωρία”". Δεν προσπάθησαν να υιοθετήσουν στην Ελλάδα –είναι γνωστή η δαιδαλώδης διαδικασία–, επέλεξαν τη λύση της διακρατικής υιοθεσίας. Επισκέφθηκαν Σιέρα Λεόνε και Νιγηρία. "Ήμασταν η δεύτερη οικογένεια στην Ελλάδα που υιοθέτησε παιδί από τη Σιέρα Λεόνε".
Δεν τη φοβίζει το γεγονός ότι ακόμη στην Ελλάδα δεν μπορούν πολλοί να αποδεχτούν με απόλυτη φυσικότητα τη συνύπαρξη με έναν άνθρωπο διαφορετικό, που δεν έχει, για παράδειγμα, το ίδιο χρώμα δέρματος. "Αρκεί μια απλή αλλαγή οπτικής. Θα σας πω ένα απλό παράδειγμα: όταν κάναμε ενδοαφρικανικές πτήσεις, ήμασταν οι μόνοι λευκοί στο αεροπλάνο" λέει.
"Δεν είναι το παιδί μου διαφορετικό. Αλλά θα σας το πω και αλλιώς: με ποιον να συγκριθώ; Κάθε οικογένεια είναι διαφορετική. Ο καθένας είναι μοναδικός". Δεν την απασχολεί ως σκέψη. "Δεν το υπερτονίζω ούτε το θάβω. Απλώς υπάρχει. Δεν το έχω συνεχώς στο μυαλό μου, γιατί εγώ δεν το βλέπω" λέει.Τη ρωτάω για τις πρώτες αναμνήσεις στη ζωή της – μια απάντηση που συχνά κρύβει κώδικες συμπεριφοράς στη συνέχεια. "Θυμάμαι μυρωδιές, γλάστρες που είχαμε όταν μέναμε ακόμη στον Πύργο Ηλείας, που με έβαζε η μαμά μου να τις ποτίζω. Έπιανα τα βελούδινα τα φύλλα, τα εύθραυστα τα άνθη. Θυμάμαι, επίσης, να ηχούν μουσικές από το πικάπ που είχε αγοράσει ο νονός μου – μου φαινόταν εξωπραγματικό. Την ιεροτελεστία του να βγάζει τον δίσκο από την πλαστική θήκη, να τον βάζει στο πικάπ και να γεμίζει ο χώρος μουσικές". Η ευαισθητοποίηση των αισθήσεων, η όξυνση της παρατήρησης, η τέχνη, η συνύπαρξη. Στοιχεία που μπορεί κανείς να ανιχνεύσει σε όλη τη μετέπειτα πορεία της.