
Η απώλεια του σκηνοθέτη David Lynch μονοπωλεί, απολύτως εύλογα, το σινεφιλικό ενδιαφέρον από χθες το βράδυ. Για να θυμηθούμε, λοιπόν, τι είναι εκείνο που τον έκανε ένα τόσο καινοτόμο όσο και αγαπητό δημιουργό, δημοσιεύουμε ξανά ένα παλαιότερο κείμενο του "α" πάνω στο σύνολο του έργου του.
Νύχτα, εσωτερικό, σκηνή πάρτι. Ο πρωταγωνιστής πηγαίνει στο μπαρ να βάλει ποτό. Από το πουθενά, ένας μαυροντυμένος άντρας με ολόλευκο πρόσωπο εμφανίζεται μπροστά του. "Αυτήν τη στιγμή είμαι στο σπίτι σου", αποκρίνεται. "Πώς γίνεται αυτό;" αναρωτιέται ο ήρωας. "Κάλεσε τώρα", επιμένει ο άντρας χωρίς να βλεφαρίζει δευτερόλεπτο. Απορημένος αλλά κι ανήσυχος, εκείνος κάνει το τηλεφώνημα. "Σου το είπα πως είμαι στο σπίτι σου". Η απάντηση παγώνει το αίμα του πρωταγωνιστή, ο οποίος κοιτάζει έντρομος το πρόσωπο απέναντί του να ξεσπά σε ένα στριγκό γέλιο. Από την πρώτη φορά που είδα την παραπάνω σκηνή της "Χαμένης Λεωφόρου" (1996), ως ανυποψίαστος έφηβος, η χαραγματιά που άφησε μέσα μου υπήρξε ανεξίτηλη. Δεν είχα δει καμία άλλη ταινία του David Lynch, ούτε ήξερα ποιος ακριβώς είναι. Όμως ο υποδόριος τρόπος με τον οποίο, στο πέρας μιας σκηνής που δεν διαρκεί πάνω από 4 λεπτά, η ατμόσφαιρα μετατρέπεται από κάτι νορμάλ σε κάτι αφύσικα ανησυχητικό και εμφανώς εφιαλτικό, ήταν αρκετός για να κολλήσω. Έμοιαζε σαν ο αέρας να αφαιρείται από το δωμάτιο και το στομάχι μου να σφίγγεται όπως εκείνο του Bill Pullman καθώς προσπαθεί να καταλάβει τι διάολο συμβαίνει. Έκτοτε έχω δει τόσες φορές τη "Χαμένη Λεωφόρο", υποχρεώνοντας μάλιστα όλη την παρέα μου να κάνει το ίδιο, ώστε δεν θυμάμαι καν ποια ήταν η επόμενη ταινία του που είδα. Εκείνο, βέβαια, που μένει αξέχαστο είναι το συναίσθημα που συνέχισα να νιώθω παρακολουθώντας όλη τη φιλμογραφία του Lynch.
"Eraserhead"
Για κάθε αλλόκοτη πράξη, ουρανοκατέβατη σκηνή ή παροξυσμική έκρηξη των χαρακτήρων, η διάθεση για εμβάθυνση σε καθέναν από τους νέους κόσμους που απεικονιζόταν παρέμενε αναλλοίωτη. Όχι με στόχο την εξεύρεση δυνατών απαντήσεων σε σεναριακά τερτίπια εν είδει αποθέωσης του δημιουργού, αλλά για την κατανόηση αισθημάτων πρωτόγνωρων, ψυχισμών περίπλοκων και επιθυμιών φαινομενικά ακατανόητων. Η περιέργεια για το άγνωστο, λοιπόν, που μπορεί να ενεργοποιήσει ένα σινεμά σαν του Lynch, προοδευτικά μετατρέπεται σε ενέργεια που διαχέεται στον έξω κόσμο. Όποιος δει μια φορά το "Μπλε Βελούδο" (1986), για παράδειγμα, είναι αδύνατο να μην αμφιβάλει στη συνέχεια για το πόσο ασφαλής και μονοδιάστατη είναι τελικά η ορθολογικά τακτοποιημένη κοινή εμπειρία. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει δηλώσει πως, "όταν περπατάμε στο δρόμο, αντιλαμβανόμαστε την επιφάνεια των πραγμάτων, αλλά συχνά νιώθουμε ότι συμβαίνει κάτι ανεξήγητο, σαν να προέρχεται από όνειρο. Και τα δύο αισθήματα είναι εξίσου πραγματικά για εμένα". Διότι η γοητεία των ταινιών του Αμερικανού είναι ακριβώς αυτή: να μας εξοικειώνει με το αλλότριο, βουτώντας στην άβυσσο του ανθρώπινου υποσυνείδητου.
Εκεί που όλα συγκλίνουν
Η δημοσιογράφος Κριστίν Μακ Κίνα, η οποία συνυπογράφει με τον 75χρονο δημιουργό τη must-read αυτοβιογραφία "A room to dream", σημειώνει στην εισαγωγή της ότι "το έργο του Lynch κατοικεί στο περίπλοκο πεδίο όπου το όμορφο και το καταδικασμένο συγκλίνουν". Πρόκειται για μια μεστή, εύστοχη σύνοψη της ματιάς του σκηνοθέτη, η οποία βλέπει τριγύρω της ένα σύμπαν ατελές. Από αυτά τα ελαττώματα της ύπαρξης προκύπτει χώρος για να παρεισφρήσουν στοιχεία τα οποία διαταράσσουν την ηρεμία και την ισορροπία του κόσμου. Όπως συνέβη ένα βράδυ τη δεκαετία του ’50, όταν ο πιτσιρίκος Lynch έκανε μια ανέμελη βόλτα με τον αδερφό του στη μικρή επαρχιακή πόλη Μπόιζι της Φιλαδέλφεια: "Υπήρχε πίσσα σκοτάδι και μέσα από αυτό αναδύθηκε μια ολόγυμνη πανέμορφη γυναίκα, η οποία όμως ήταν εμφανώς πληγωμένη. Ο αδερφός μου άρχισε να κλαίει, εγώ σάστισα. Θα έπρεπε να βοηθήσουμε, αλλά ήμασταν τόσο μικροί που δεν είχαμε ιδέα τι να κάνουμε. Εκείνη δεν είπε τίποτα", εξιστορεί στο βιβλίο ο σκηνοθέτης, μην έχοντας μέχρι σήμερα ξεχάσει ένα συμβάν τόσο παράδοξο που, διόλου τυχαία, μοιάζει βγαλμένο από δική του ταινία. Καθώς, ένα από τα σταθερά μοτίβα που διατρέχουν το έργο του αφορά τη συνύπαρξη ομορφιάς και βίας, όπως ακριβώς βλέπουμε στην "Ατίθαση Ομορφιά" (1989). Ο Σέιλορ (Νicolas Cage) και η Λούλα (Laura Dern) μοιράζονται έναν ανεξέλεγκτα γλυκό έρωτα, αλλά στερούνται την απόλαυσή του, αφού πρέπει συνεχώς να προστατεύουν τον εαυτό τους από πλείστους κινδύνους.
"Twin Peaks"
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στο τηλεοπτικό "Twin Peaks" (1990-1991, 2017), όπου πίσω από το αψεγάδιαστο προσωπείο της οικογένειας Πάλμερ κρύβεται μια φριχτή πραγματικότητα. Η ομορφιά και η βία –όχι όμως η ομορφιά της βίας– συνιστά ένα δυϊσμό από τους πολλούς που εντοπίζονται στον Lynch. Ένας πολύ έντονος, μιας και αναφέρθηκε το "Twin Peaks", είναι εκείνος του καλού και του κακού. Δύο δυνάμεις που δεν κοντράρονται απαραίτητα, αλλά είναι σίγουρα αδύνατο να διασταυρωθούν. Το μείζον είναι ο εντοπισμός τους, αυτό δηλαδή που κάνει ο Kyle MacLachlan τόσο στο "Μπλε Βελούδο" όσο και ως ντετέκτιβ Κούπερ στην πόλη του Τουίν Πικς. Ακολουθεί ο αναστοχασμός και η διαχείρισή τους, ο οποίος για τον Αμερικανό μπορεί να γίνει μόνο με τη χρήση της φαντασίας και μέσω των ονείρων. Απόρροια, το δίχως άλλο, της σταθερής ενασχόλησής του με την πνευματικότητα και το διαλογισμό.
Δείτε περισσότερα στο athinorama.gr